Πώς να εξηγήσεις άραγε το γιατί και το τι γιορτάζουμε;
Πώς να μιλήσεις στα παιδιά για τον πόλεμο;
Πώς να γιορτάσεις για την ειρήνη;
Πώς να εξηγήσεις άραγε το γιατί και το τι γιορτάζουμε;
Σ’ αυτές τις δύσκολες εποχές αναδεικνύεται η ανάγκη της σοβαρής παιδαγωγικής πράξης. Περισσότερο από κάθε άλλη στιγμή οφείλουμε να λάβουμε σοβαρά υπόψη τα παιδιά, να τα κάνουμε να καταλάβουν μέσα από τα δικά τους μάτια το περιεχόμενο αυτής της επετείου.
Δίχως θεατρινισμούς και πομπώδεις αφηγήσεις που δεν κατανοούν, χωρίς σκηνικά θεάτρου για τις ανάγκες της φωτογράφισης, επικεντρωθήκαμε στο να δημιουργήσαμε ένα ζεστό κλίμα για να τιμήσουμε την ημέρα μέσα στο κάδρο του σύγχρονου σκηνικού των συγκυριών της εποχής.
Τις προηγούμενες ημέρες διαβάσαμε σύγχρονα παραμύθια για τον ξεριζωμό του πολέμου, δουλέψαμε σε ομάδες ερωτήματα πάνω στις ιστορίες μας όπως “τι θα βάζαμε εμείς στη βαλίτσα μας αν έπρεπε να εγκαταλείψουμε τον τόπο μας”, γνωρίσαμε και νιώσαμε αποσπάσματα από το ποίημα του Εθνικού μας Ύμνου, προετοιμάσαμε με τις χορωδίες και τη δασκάλα της μουσικής τραγούδια, δημιουργήσαμε αυθεντικά ατομικά έργα για να στολίσουμε το χώρο μας.
Σήμερα οι ήρωες ζωντάνεψαν και όλη η ιστορία του αγώνα μας βγήκε με την ελληνικότητα που της αρμόζει και την απλότητα που μας πρέπει ως Έλληνες.
Στα κακοτράχαλα τα βουνά
με το σουράβλι και το ζουρνά
πάνω στην πέτρα την αγιασμένη
χορεύουν τώρα τρεις αντρειωμένοι.
Ο Νικηφόρος κι ο Διγενής
κι ο γιος της Άννας της Κομνηνής.
Δική τους είναι μια φλούδα γης
μα εσύ Χριστέ μου τους ευλογείς
για να γλιτώσουν αυτή τη φλούδα
απ’ το τσακάλι και την αρκούδα.
Δες πως χορεύει ο Νικηταράς
κι αηδόνι γίνεται ο ταμπουράς.
Από την Ήπειρο στο Μοριά
κι απ’ το σκοτάδι στη λευτεριά
το πανηγύρι κρατάει χρόνια
στα μαρμαρένια του χάρου αλώνια.
Κριτής κι αφέντης είν’ ο Θεός
και δραγουμάνος του ο λαός.
Τσάμικος (Νίκος Γκάτσος, Μάνος Χατζηδάκις)