«Το ποδήλατο της όχθης του χρόνου». Μια ιστορία για χθες, τώρα και ίσως αύριο!
Το παραμύθι της Αρχοντίας Καθάριου «Το ποδήλατο της όχθης του χρόνου» παρουσιάστηκε στο «Λίντο» σε μια πολύ όμορφη εκδήλωση για μικρούς και μεγάλους. Εξάλλου, όπως πολύ σημείωσε ο αντιδήμαρχος πολιτισμού και επιστημών κ. Πάνος Σάπκας «Είναι μια ιστορία για παιδιά και για όσους νιώθουν παιδιά. Για όσους θεωρούν ότι η ζωή είναι μια βόλτα. Μια βόλτα με ποδήλατο».
Ο κ. Σάπκας παρουσιάζοντας το παραμύθι που εικονογράφησε ο Γιάννης Πέτρου, δήλωσε ενθουσιασμένος από την επιλογή του ποδηλάτου ως θέμα του παραμυθιού, καθώς μέσα από τη συναρπαστική πλοκή του περνάει και μηνύματα. «Η βόλτα με το ποδήλατο είναι πιο ξέγνοιαστη, πιο χαρούμενη, πιο συναρπαστική. Οι ποδηλάτες τρέχουν πάνω στις δύο ρόδες με μόνα τους καύσιμα τα φουσκωμένα του λάστιχα, τα φρένα του και τη θέλησή τους. Στο βιβλίο και στο ποδήλατο της Αρχοντίας κάνουμε μια βόλτα που ξεκινάει από πολύ παλιά και φτάνει πολύ μακριά. Μια βόλτα με φίλους στο χώρο και στο χρόνο. Μια βόλτα με ανηφοριές, με κατηφοριές, με ισάδια, μια βόλτα με γέλια, με κλάματα, όπου συναντάς τα θαύματα από το σήμερα αλλά και το χτες, ανθρώπων έργα, χρώματα, μυρωδιές, με ήλιο, με φεγγάρι, κι ονειρεύεσαι το αύριο. Μια βόλτα που σου μαθαίνει πολλά. όπως για παράδειγμα πως τους καλούς φίλους τους ενώνουν τα λόγια αλλά και οι σιωπές. Πως ό,τι δε βλέπουμε δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει. Πως είναι ωραίο να ανακαλύπτουμε πράγματα με το νου αλλά και με την καρδιά. Και πως ό,τι αγαπήσαμε δεν χάνεται. Αλλά κυρίως, μας μαθαίνει, πως την πιο όμορφη βόλτα μας δεν την έχουμε κάνει ακόμα! Κάθε φορά θα ζητάμε ακόμα μια… Μια ίδια ή μια καλύτερη».
Ο κ. Γιώργος Μπάρμπας σχολίασε ότι το κείμενο δεν είναι παραμύθι αλλά αφήγημα Χαρακτηριστικά είπε: «Δεν θα το ’λεγα παραμύθι αλλά ένα να αφήγημα βαθιά προσωπικό και ταυτόχρονα τόσο οικείο και ζεστό στον καθένα. Ένα αφήγημα μ’ ένα μυστικό κρατημένο ευλαβικά και ερμητικά κλειστό για χρόνια, από αυτά που κάνουν την αφηγήτρια – όπως λέει η ίδια στην ιστορία της – να αντέχει στο χρόνο, να ταξιδεύει μπρός – πίσω, να θυμάται, να γελά, να χαίρεται, να νοσταλγεί, να επιθυμεί… Γιατί, δίχως αυτά θα χανόταν, δεν θα υπήρχε… Αυτά τα παιχνίδια της έδιναν ζωή… Μια αφήγηση με πολλές διαφορετικές ροές μέσα της, που όλες ενώνονται σε μια κοινή κοίτη στο βάθος της ύπαρξής της. Ο τόπος της χθες και σήμερα, η ιστορία του, οι μνήμες της, οι αγαπημένοι της άνθρωποι ως σταθερή και ασφαλής αναφορά – η λεύκα της ιστορίας, πηγή αγάπης και σοφίας, η επιθυμία για το μαζί των ανθρώπων, το μαζί της ύπαρξης και της ψυχής – το κορίτσι της ιστορίας που ήταν, που είναι, που χάθηκε και ίσως αύριο θα είναι ξανά στο μαζί. Το νόημα της ύπαρξης κατονομάζεται μέσα στην ιστορία: Να έχω μια φίλη σαν κι εκείνη, λέει το ποδήλατο (εκείνη που χάθηκε). Μέσα στο ασφαλές πλαίσιο του παραμυθιού η φίλη σηματοδοτεί το αντάμωμα της ύπαρξης μέσα από το άνοιγμά της στον άλλον. Στη φόρμα του παραμυθιού είδα την αφηγήτρια να βρίσκει την κατάλληλη γλώσσα για να μιλήσει. Ίσως κι επειδή η φόρμα αυτή να της είναι οικεία λόγω της επιστημονικής και επαγγελματικής της ιδιότητας. Ο παιδαγωγός, ο άνθρωπος που βιώνει καθημερινά, το παιδί να μαγεύεται από τα παραμύθια και τις ιστορίες που εκείνη του αφηγείται. Στα παιδιά αρέσουν τα παραμύθια. Κάποια όμως τους συγκινούν περισσότερο. Είναι συνήθως ιστορίες που πλάθει ο ενήλικας (ο γονιός, η γιαγιά και ο παππούς, ο παιδαγωγός καμιά φορά) με υλικό από την ίδια του τη ζωή, από τα δικά του βιώματα, στα οποία προσθέτει απογειώσεις και ταξίδια στο όνειρο, προεκτάσεις αυτών που ήθελε αλλά δεν έγιναν, εικόνες όπου αναμειγνύεται η οικεία πραγματικότητα και η υπέρβασή της. Αυτές οι ιστορίες (γιατί πρόκειται περισσότερο για ιστορίες παρά για κλασικού τύπου παραμύθια, όπως τα μάθαμε) ελκύουν πολύ τα παιδιά. Πάντα μ’ εντυπωσίαζε και με συγκινούσε η ζωντάνια και τα φωτισμένα μάτια των παιδιών στην αφήγηση μιας τέτοιας ιστορίας. Και πάντα αναρωτιόμουν τι το ιδιαίτερο συμβαίνει μέσα τους εκείνες τις στιγμές. Ίσως το συναίσθημα που βγάζει ο αφηγητής, συναίσθημα γνήσιο κι αληθινό, να αγγίζει το παιδί, να το τραβά ασυνείδητα μέσα στο αίσθημα ζωής του ενήλικα, να το ενώνει με τον αγαπημένο του αφηγητή μέσα στον ονειρικό κόσμο της ιστορίας. Κι εκεί το παιδί ανοίγεται να συναντήσει τον σημαντικό άλλον κάτι που δεν τολμάμε εύκολα εμείς. Ίσως γιατί δεν έχει μπορέσει ή προλάβει ακόμα να σηκώσει τα τείχη που υψώσαμε εμείς. Ίσως γι’ αυτό η ιστορία της Αρχοντίας αρέσει και συγκινεί τα παιδιά της στο σχολείο, όπως έχω ακούσει. Κι ας μη γράφτηκε με πρωταρχική αιτία αυτά»
Η κ. Νατάσσα Γιάννακα, μέσω βίντεο από το Παρίσι όπου ζει κι εργάζεται, μίλησε με ζεστασιά για τη μακριά 30 χρόνων πορεία της συνεργασίας της με την Αρχοντία Καθάριου, για τα κοινά τους οράματα, για τις ανησυχίες και των δυο για μια ζωή με νόημα για το τώρα και το αύριο των παιδιών. Το βιβλίο αυτό, σύμφωνα με την κ. Γιάννακα, ήταν μια έκπληξη, μια νέα όψη της διαδρομής της συγγραφέως. Όπως χαρακτηριστικά είπε: «Να την πάλι πάνω στο ποδήλατό της να μας αφυπνίζει να παρατηρήσουμε κινηματογραφικά τον εαυτό μας, τον κόσμο, την ύπαρξή μας. Μας ιντριγκάρει με την ιστορία της, το κάδρο η πόλη κι εμείς μέσα. Όλα αποκτούν ψυχή και συναντιούνται: άνθρωποι, στοιχεία της φύσης, αντικείμενα. Το πραγματικό, η πόλη, μπλέκεται με το φανταστικό, το αέρινο με το υπαρκτό και μας παροτρύνουν να ζήσουμε τις επιθυμίες μας όπως η καρδιά και η ψυχή επιθυμούν. Έχε τα μάτια της ψυχής ανοιχτά, αυτή βλέπει πολλά και πάντα πολύ μακριά.» Κλείνοντας στάθηκε στην έννοια της φιλίας σαν μια υπαρξιακή διαδρομή και ανάγκη, μέσα από το παράδειγμα της δικής της φιλίας με την Αρχοντία Καθάριου.
Ο εικονογράφος Γιάννης Πέτρου στάθηκε στα έντονα συναισθήματα που διεγείρει η ιστορία και στην προσπάθεια του να αποδώσει όσο πιο καθαρά γίνεται αυτό το κλίμα δίχως να φορτώσει το βιβλίο με άχρηστες και κουραστικές πληροφορίες.
Η Μαριέτα Τσιατήρα, Dance Teacher (RAD, ISTD), MA Dance Performance & Choreography, απέδωσε χορευτικά τις δύο βασικές σκηνές του χρόνου σε αυτή την ιστορία με δύο διαφορετικές χορογραφίες που δημιούργησε η ίδια πάνω στο βίωμα της κάθε εποχής.
Η Αρχοντία Καθάριου ανέφερε ότι η πορεία αυτού του βιβλίου είχε σαν αφετηρία ένα σχέδιο εργασίας με τα παιδιά του νηπιαγωγείου της για τον τόπο τους. Στη συνέχεια πήγε χέρι – χέρι όχι μόνο με την παιδαγωγική της πορεία αλλά και με μια άλλη αφήγηση, τη δική της ζωή και τα σημεία όπου βρέθηκε ως ύπαρξη τα τελευταία χρόνια. Το βιβλίο μπαινόβγαινε στο συρτάρι για αρκετά χρόνια μέχρι να κλείσει ο κύκλος της προσωπικής αυτής αφήγησης. Όπως σχολίασε η ίδια: «Κάθε φορά που βρισκόμουν σε ένα δυνατό σημείο που με προσδιόριζε τότε το έβγαζα από το συρτάρι και κάτι πρόσθετα, κάτι έβγαζα έτσι ώστε να στέκομαι όσο πιο κοντά γίνεται στο μυχό της δικής μου ψυχής. Κάπως έτσι προέκυψε και η υπογράμμιση στην έννοια του χρόνου. Υπήρχε μεν μέσα στην ιστορία σαν μία αναγκαία σύνδεση, με την έννοια του χθες που ονειροπολεί αλλά που αντιπαλεύεται και κριτικάρει το σήμερα. Ώσπου αυτά φίλιωσαν μέσα μου, όταν η έννοια του χρόνου μέσα μου συνάντησε την ύπαρξη. Γιατί τι άλλο είναι ο χρόνος από το πώς βιώνουμε εμείς οι άνθρωποι τον κόσμο, το γίγνεσθαι. Οι άνθρωποι, η απώλεια, η προσδοκία, οι αναμνήσεις. Σ αυτή την ιστορία ο χρόνος παρουσιάζεται σαν ένας κύκλος και όχι γραμμικά παρότι απευθύνεται σε μικρά παιδιά. Η παιδαγωγική μου αναζήτηση και αυτό που δουλεύω τα τελευταία χρόνια, οι σχέσεις δηλαδή των παιδιών μέσα από την καλλιέργεια της ευθύνης για τη ζωή τους, έβγαλε στη συνέχεια την ανάγκη να θέσω κάποια προβλήματα διαχείρισης ζωής αλλά και κάποιες νύξεις για την σημασία της πράξης ως νόημα που δίνουμε σε αυτήν»
Τέλος ευχαρίστησε τις εκδόσεις Οσελότος για την έκδοση και το σεβασμό που έδειξαν στην επιθυμία της να μην υπάρχουν τροποποιήσεις η αλλοιώσεις σε αυτή την ιστορία.
Αποσπάσματα από την εκδήλωση μπορείτε να δείτε εδώ.