Η ανάπτυξη της ατομικής και συλλογικής ευθύνης των παιδιών μέσα από τις σχέσεις των συνομηλίκων: ένα πιλοτικό πρόγραμμα στο σύνολο των παιδιών μιας σχολικής μονάδας νηπιαγωγείου – παιδικού σταθμού
Η έρευνα αφορά στο σχεδιασμό, την υλοποίηση και την αξιολόγηση ενός πιλοτικού προγράμματος μέσα στο ελεύθερο παιχνίδι στο νηπιαγωγείο, βασισμένου στις προσεγγίσεις της κουλτούρας των συνομηλίκων και της κοινωνικής επάρκειας. Οι σχέσεις με τους συνομηλίκους, δίχως την παρουσία του ενήλικα, φαίνεται να συνιστούν καθοριστικό παράγοντα στη διαμόρφωση της ικανότητας του παιδιού να διαχειρίζεται τις επιθυμίες και τις ανάγκες του, να αναγνωρίζει τα όρια και τις δυνατότητές του στις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις, να διαμορφώνει κοινές αξίες, να αναγνωρίζει τις επιθυμίες και ανάγκες των άλλων, τις συνέπειες των επιλογών του και να παίρνει την ευθύνη γι’ αυτές. Τελικά, να διαμορφώνει τον εαυτό και την κοινωνική του ταυτότητα.
Σύμφωνα με τον Corsaro η «κουλτούρα των συνομηλίκων» περιέχει ένα σταθερό σύνολο δραστηριοτήτων και ρουτινών, αξιών και προβληματισμών, που απασχολούν τα παιδιά και τις οποίες μοιράζονται μεταξύ τους καθώς αλληλεπιδρούν. Τα παιδιά ικανοποιούν έτσι τρεις βασικές ανάγκες: α) το μοίρασμα και την κοινωνική συμμετοχή, β) τη διαχείριση των ενδιαφερόντων, ανησυχιών και φόβων στην καθημερινότητα τους από τα καινούρια ερεθίσματα που δέχονται, και γ) την προσπάθεια για έλεγχο της δικής τους ζωής μέσα από την αντίσταση και αμφισβήτηση της εξουσίας των ενηλίκων.
Η ποιότητα της αλληλεπίδρασης των παιδιών και η αποδοχή στις παρέες τους συνδέθηκε με την έννοια της κοινωνικής επάρκειας, η οποία περιέχει την ικανότητα των παιδιών να χρησιμοποιούν κατάλληλες και αποτελεσματικές κοινωνικές στρατηγικές για την επίτευξη των διαπροσωπικών τους στόχων σε πλαίσια που συμπεριλαμβάνουν συνομήλικους. Για τα μικρά παιδιά, τρεις είναι οι σημαντικοί ενδοπροσωπικοί στόχοι στο ελεύθερο παιχνίδι: α) είσοδος στο συλλογικό παιχνίδι β) η διατήρηση του παιχνιδιού και γ) η επίλυση των συγκρούσεων.
Μεθοδολογία
Στο πλαίσιο των παραπάνω διαμορφώθηκε η ερευνητική υπόθεση της έρευνας, σύμφωνα με την οποία τα παιδιά προσχολικής ηλικίας είναι δυνατόν να αναπτύξουν δεξιότητες αυτορρύθμισης της συμπεριφοράς, αυτοπροσδιορισμού και συλλογικής λειτουργίας μέσα από το ελεύθερο παιχνίδι στο νηπιαγωγείο, με την κατάλληλη παιδαγωγική υποστήριξη που βασίζεται στις προσεγγίσεις της κουλτούρας των συνομηλίκων και της κοινωνικής επάρκειας. Το πρόγραμμα υλοποιήθηκε στο σύνολο μιας σχολικής μονάδας νηπιαγωγείου και παιδικού σταθμού της Λάρισας κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς 2016-2017. Στην μονάδα λειτουργούσε τμήμα νηπίων, τμήμα προνηπίων και δύο τμήματα παιδικού σταθμού διαχωρισμένα ηλικιακά.
Σχεδιασμός του προγράμματος
Α) Άξονες του προγράμματος
Βασικοί άξονες και μακροπρόθεσμοι στόχοι του προγράμματος ήταν η ανάπτυξη δεξιοτήτων για:
α) την αυτορρύθμιση της συμπεριφοράς στην οργάνωση των ελεύθερων συλλογικών δραστηριοτήτων,
β) την αποτελεσματική συμμετοχή στη συλλογική λειτουργία,
γ) τη διαμόρφωση κοινών κριτηρίων από τα ίδια τα παιδιά για την επίλυση προβλημάτων, τη διαχείριση των μεταξύ τους συγκρούσεων και μη επιθυμητών συμπεριφορών
Β) Οι στόχοι του πιλοτικού προγράμματος
Το πιλοτικό πρόγραμμα που παρουσιάζουμε, ήταν το πρώτο βήμα στην υλοποίηση αυτών των αξόνων με ειδικότερο στόχο για την περσινή χρονιά την τροποποίηση συγκεκριμένων συμπεριφορών των παιδιών:
α) την απεύθυνση στη νηπιαγωγό για την επίλυση διαφορών και συγκρούσεων
β) τη χρήση σωματικής διεκδίκησης για την επίλυση των συγκρούσεων
γ) την αυθαιρεσία της εξουσίας των «ισχυρών» της ομάδας
δ) την παραίτηση πολλών παιδιών από τις επιλογές και επιθυμίες τους ως συστηματική αντίδραση στις συγκρούσεις με τους «ισχυρούς» της ομάδας
ε) τις μη αποδεκτές από τους συνομηλίκους συμπεριφορές κάποιων παιδιών που οδηγούσαν σε απόρριψή τους από το συλλογικό παιχνίδι
στ) τη μοναχική λειτουργία στο παιχνίδι
Γ) Οργάνωση του προγράμματος – παιδαγωγικές επιλογές
Πριν την υλοποίηση του προγράμματος τηρούνταν στις ελεύθερες δραστηριότητες η συνήθης πρακτική: συγκεκριμένο πλήθος παιδιών οριζόταν για κάθε παιχνίδι από τη νηπιαγωγό (μερικές φορές και η ίδια η σύνθεση της ομάδας). Αν κάποια παιδιά δεν ήθελαν να παίξουν μπορούσαν να καθίσουν στα τραπεζάκια για ζωγραφική. Στις συγκρούσεις στη διάρκεια του παιχνιδιού επενέβαινε η νηπιαγωγός και έδινε τη λύση.
Από το ξεκίνημα του προγράμματος υλοποιήθηκαν οι παρακάτω παιδαγωγικές επιλογές: α) Τα παιχνίδια τοποθετήθηκαν στις διάφορες γωνιές στο δάπεδο, για να υπάρχει ένας ενιαίος χώρος για να μπορούν εύκολα να μετακινηθούν τα παιδιά από ομάδα σε ομάδα. β) Αποσύρθηκαν όλα τα υλικά ζωγραφικής και σχεδίου. Κρίθηκε ότι οι σημαντικές αυτές ενασχολήσεις δεν εντάσσονται στο πλαίσιο της ενίσχυσης της ελεύθερης συλλογικής λειτουργίας των παιδιών. γ) Τα παιδιά μπορούσαν να παίξουν σε όποια γωνιά ήθελαν. Στην περίπτωση που μαζεύονταν περισσότερα από όσα μπορούσαν να παίξουν, ήταν στην επιλογή τους να αλλάξουν γωνιά και ομάδα. δ) Όταν κάποιο παιδί απευθυνόταν στη νηπιαγωγό για να επιλύσει εκείνη μια διαφορά, αυτή του υποδείκνυε να τη λύσει με τον συνομήλικο με τον οποίο δημιουργήθηκε το πρόβλημα. ε) Το πρώτο διάστημα οι νηπιαγωγοί δεν επενέβαιναν στις συγκρούσεις εκτός από τις περιπτώσεις όπου έκριναν ότι έπρεπε να προστατευτεί η σωματική ακεραιότητα των παιδιών. στ) Η ίδια στάση μη εμπλοκής τηρήθηκε στην αρχή και στις περιπτώσεις των παιδιών που έπαιζαν μόνα τους μακριά ή παράλληλα με τις ομάδες των συνομηλίκων. ζ) Ταυτόχρονα οι νηπιαγωγοί κατέγραφαν τα χαρακτηριστικά των συγκρούσεων, των μοναχικών παιδιών, των σεναρίων, των δυνατοτήτων και των αδυναμιών των παιδιών να πάρουν ενεργό μέρος σ’ αυτά, ώστε να σχεδιαστούν οι κατάλληλες παρεμβάσεις που θα είχαν υποστηρικτικό χαρακτήρα και όχι άμεσα καθοδηγητικό.
Για την υποστήριξη των νηπιαγωγών στην υλοποίηση του πιλοτικού προγράμματος λειτούργησαν στη διάρκεια της σχολικής χρονιά εργαστήρια με την αντίστοιχη επιστημονική εποπτεία.
Αξιολόγηση του προγράμματος
Με βάση όλα τα παραπάνω, τα κριτήρια αξιολόγησης του προγράμματος αφορούσαν στη σύγκριση της αρχικής με την τελική κατάσταση στο ελεύθερο παιχνίδι στα παρακάτω σημεία:
α) Στη δυνατότητα αυτορρύθμισης της συμπεριφοράς στην οργάνωση του ελεύθερου παιχνιδιού β) Στη συχνότητα απεύθυνσης στη νηπιαγωγό για να επιλύσει εκείνη μια διαφορά ή σύγκρουση γ) Στον χαρακτήρα της σύγκρουσης (σωματική διεκδίκηση vs λεκτική αλληλεπίδραση) δ) Στη συχνότητα των συναινετικών λύσεων στις συγκρούσεις δίχως την παρέμβαση της νηπιαγωγού ε) Στη δυνατότητα διαμόρφωσης και τήρησης κοινών συλλογικών κριτηρίων από τα ίδια τα παιδιά για την επίλυση των συγκρούσεων στ) Στο πλήθος των παιδιών που έπαιζαν συστηματικά μόνα τους ζ) Στην τροποποίηση συμπεριφορών που δεν ήταν αποδεκτές από τα παιδιά και γι’ αυτό ήταν αιτία απόρριψης από την ομάδα.
Ευρήματα
Τα ευρήματα αφορούν στο σύνολο των παιδιών της σχολικής μονάδας εκτός από το τμήμα των μικρών παιδιών (2,5 – 3,5 χρονών), για τα οποία η αξιολόγηση αφορούσε μόνο σε δύο κριτήρια, την αυτορρύθμιση στην οργάνωση του ελεύθερου παιχνιδιού και στη διαχείριση των συγκρούσεων.
α) αυτορρύθμιση στην οργάνωση του ελεύθερου παιχνιδιού
Το πρώτο αποτέλεσμα που φάνηκε σύντομα ήταν η προσαρμογή στην αυτορρύθμιση των παιδιών να μοιράζονται στις διάφορες «γωνιές» των παιχνιδιών (χρειάστηκαν 6 – 7 μέρες). Μεγαλύτερο διάστημα (ένα με ενάμιση μήνα) χρειάστηκε για την ομαλοποίηση στη χρήση των παιχνιδιών και στη σταθεροποίηση της λειτουργίας των ομάδων . Η συνέπεια αυτής της αλλαγής στη συνήθεια των παιδιών φάνηκε και στις οργανωμένες δραστηριότητες, όταν οι νηπιαγωγοί τις υλοποίησαν με ομαδοσυνεργατικό τρόπο. Παρόμοια ήταν και τα χαρακτηριστικά της πορείας στο τμήμα των μικρών παιδιών (2,5 – 3,5 χρονών), δίχως όμως τις εντάσεις που εμφανίστηκαν στην αρχή στα άλλα τμήματα και δίχως την συγκρότηση ομάδων. Στο τμήμα αυτό το ατομικό παιχνίδι έδωσε σταδιακά τη θέση του στο συνεργατικό παράλληλο παιχνίδι.
β) μοναχικά παιδιά, παράλληλο παιχνίδι
Στην αρχή του προγράμματος τα παιδιά που έπαιζαν συστηματικά μόνα τους μακριά ή παράλληλα με τα άλλα ήταν 17. Στο τέλος του προγράμματος ήταν 4 εκ των οποίων τα 3 είχαν σημαντικά γνωστικά εμπόδια και δεν ήταν αναμενόμενο να ενταχθούν στο συλλογικό παιχνίδι από μόνα τους σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Το ποσοστό των παιδιών που στην πορεία του προγράμματος εντάχθηκε στο συλλογικό παιχνίδι ήταν πολύ μεγαλύτερο σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια, στα οποία δεν ξεπερνούσε το 30-40 %. Τότε, ο καθοδηγητικός ρόλος της νηπιαγωγού οδηγούσε στην τοποθέτηση – επιβολή του μοναχικού παιδιού σε κάποια ομάδα, δίχως αυτό να ήταν επιλογή ούτε του ίδιου του παιδιού ούτε των άλλων της ομάδας υποδοχής. Γι’ αυτό το λόγο τα αποτελέσματα είχαν ασταθή και παροδικό χαρακτήρα. Τα μοναχικά παιδιά συχνά επέστρεφαν στην ατομική τους λειτουργία, μόλις ήταν σε θέση να ξεφύγουν από τις εντολές της νηπιαγωγού.
Τώρα, τα περισσότερα μοναχικά παιδιά προσέγγισαν μόνα τους κάποιο άλλο παιδί ή δέχτηκαν αντίστοιχη πρόσκληση για κοινό παιχνίδι. Αυτό έγινε με αργούς ρυθμούς και επιφυλάξεις στην αρχή. Όταν η απουσία προσανατολισμού στο συλλογικό παιχνίδι ήταν πιο έντονη, εκδηλώθηκε η υποστηρικτική λειτουργία της νηπιαγωγού, η οποία -αφού πρώτα είχε μελετήσει τις συμπεριφορές του παιδιού- κάθισε μαζί του, μπήκε στο παιχνίδι του, διευρύνοντάς το και δημιουργώντας έτσι ελκυστικό κλίμα για να έρθουν από μόνα τους άλλα παιδιά. Από τη στιγμή που η αλληλεπίδραση των παιδιών έδειχνε να ανεξαρτητοποιείται από τη νηπιαγωγό, αυτή διακριτικά αποχωρούσε.
γ) συγκρούσεις των παιδιών
Η εξέλιξη των συγκρούσεων μεταξύ των παιδιών και η διαφοροποίηση του τρόπου διαχείρισής τους από τα ίδια, ήταν ίσως το πιο έντονο χαρακτηριστικό στην πορεία του προγράμματος. Τρία ήταν τα στοιχεία που χαρακτήρισαν περισσότερο αυτήν την εξέλιξη: (α) τα παιδιά σταμάτησαν να απευθύνονται στη νηπιαγωγό για να παρέμβει στην επίλυση της διαφοράς, (β) η σωματική διεκδίκηση έδωσε σταδιακά τη θέση της στη λεκτική διεκδίκηση και αλληλεπίδραση και (γ) αυξήθηκε σημαντικά το πλήθος των συναινετικών λύσεων που έδιναν τα ίδια τα παιδιά στις συγκρούσεις τους.
Σταδιακά, η λεκτική διεκδίκηση ενισχύθηκε με λεκτικά επιχειρήματα, γεγονός που οδήγησε σε μείωση της έντασης και σε αλληλεπίδραση. Στις περισσότερες περιπτώσεις (περίπου στο 80%) οι συγκρούσεις επιλύθηκαν συναινετικά μεταξύ των παιδιών: είτε βρέθηκε μια συμβιβαστική λύση είτε επιβλήθηκε η άποψη του ενός παιδιού και το άλλο υποχωρώντας την δέχτηκε είτε στην επιμονή του ενός, το άλλο παιδί παραιτήθηκε και αποχώρησε από τη σύγκρουση δίχως άλλη διεκδίκηση από την πλευρά του. Κοινό χαρακτηριστικό και στις τρεις περιπτώσεις ήταν η εκτόνωση της έντασης, μιας και η επίλυση δεν ήταν επιβολή «έξωθεν» από τον ενήλικα αλλά προϊόν των δικών τους επεξεργασιών και επιλογών, πράγμα που δημιουργεί πιο σταθερές ισορροπίες τόσο στο επίπεδο των σχέσεων, όσο και στο εσωτερικό συναισθηματικό επίπεδο για το καθένα.
δ-ε) κοινά κριτήρια επίλυσης συγκρούσεων – διατήρηση σεναρίου
Σχετικά με τα δυο κριτήρια (διαμόρφωση κοινών κριτηρίων από τα ίδια τα παιδιά και η ενίσχυση της λεκτικής ικανότητας για τη διατήρηση του σεναρίου) οι παρεμβάσεις είχαν δοκιμαστικό χαρακτήρα. Από τα πρώτα θετικά αποτελέσματα, ιδιαίτερα στον τομέα της διαμόρφωσης κοινών κριτηρίων για την επίλυση των συγκρούσεων και της μείωσης της αυθαιρεσίας των «ισχυρών», προέκυψε ότι υπάρχει σημαντικό περιθώριο ανάπτυξης αυτών των δεξιοτήτων, γεγονός που οδήγησε στην εκτίμηση να αποτελέσουν αυτοί οι δύο τομείς προτεραιότητες του προγράμματος την επόμενη σχολική χρονιά.
Συμπερασματικές παρατηρήσεις
Τα ευρήματα φαίνεται να ενισχύουν την ερευνητική υπόθεση. Τα παιδιά ανέπτυξαν δεξιότητες αυτοπροσδιορισμού, αυτορρύθμισης και συλλογικής λειτουργίας. Εξασκήθηκαν να βλέπουν τον άλλον και τον εαυτό τους μέσα από τους άλλους, ήθελαν με επίγνωση των ευθυνών και των υποχρεώσεων τους να ανήκουν στην ομάδα και στο ελεύθερο παιχνίδι (νομιμοποίηση και όχι ποινικοποίηση της διεκδίκησης αλλά με σεβασμό στην ομάδα). Επιπλέον διαπιστώθηκε ότι τα περισσότερα παιδιά που αρχικά λειτουργούσαν ατομικά στο παιχνίδι, εντάχθηκαν στο συλλογικό μέσα από τις δικές τους επιλογές με σταθερό και αποτελεσματικό τρόπο. Φαίνεται επίσης ότι το πιλοτικό πρόγραμμα επηρέασε θετικά τον τρόπο συμμετοχής των παιδιών και στις οργανωμένες μαθησιακές δραστηριότητες. Ένα ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο, που χρειάζεται να επισημανθεί, είναι ότι για πρώτη φορά στη χώρα μας παιδαγωγικό πρόγραμμα για την κοινωνική επάρκεια στις σχέσεις με τους συνομηλίκους ξεκινά και επεκτείνεται στις μικρές ηλικίες του παιδικού σταθμού με ορατά θετικά αποτελέσματα.
Το πρόγραμμα που υλοποιήθηκε βλέπει το παιδί όχι ως ένα αντικείμενο που πρέπει να το αγαπάμε και να το σεβόμαστε, καθώς το εκπαιδεύουμε για να αναπτυχθεί σύμφωνα με τις δικές μας προσδοκίες, αλλά ως πρόσωπο, ως υποκείμενο που επιλέγει και αποφασίζει για τη ζωή του και τον εαυτό του στο πλαίσιο των δυνατοτήτων της ηλικίας του. Αυτή η προσέγγιση φαίνεται να συναντά τις σύγχρονες ανάγκες της κοινωνίας, ιδιαίτερα την ανάγκη για έναν άνθρωπο ικανό να διαμορφώνει τον εαυτό του και τη ζωή του διαχειριζόμενος αποτελεσματικά τις αναπόφευκτες αντιφάσεις ανάμεσα στις προσωπικές ανάγκες, νοήματα ζωής, επιθυμίες και προσδοκίες και στις απαιτήσεις των κοινωνικών ομάδων στις οποίες επιλέγει να ανήκει. Χρειάζεται να προβληματιστούμε πάνω σ’ αυτήν την ανάγκη, έστω κι αν αυτή δεν έχει ωριμάσει ακόμη μέσα στην κοινωνία για να την κατονομάσει ανοιχτά. Εκτιμούμε όμως ότι θα τη δούμε σύντομα να έρχεται απαιτητική.
Γιώργος Μπάρμπας, Αρχοντία Καθάριου, Φανή Κόκουβα, Μαρία Μαρούδα, Ελένη Μαρσιώτη, Κατερίνα Μπλάνα, Σοφία Τσίνα, Νικολέτα Μπαζάνα
Δημοσιεύθηκε στο 3ο Διεθνές Συνέδριο για την Προώθηση της Εκπαιδευτικής Καινοτομίας, που πραγματοποιήθηκε στη Λάρισα, 13-15 Οκτωβρίου 2017